Ως αρχισυντάκτης της οικονομικής εφημερίδας «ΗΜΕΡΗΣΙΑ» για περίπου 20 χρόνια, που σήμερα εκδίδει ο όμιλος Γιώργου Μπόμπολα, βίωσα από «πρώτο χέρι» την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι οικονομικοί συντάκτες και επομένως, πιστεύω, ότι έχουμε όλες εκείνες τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις για να εξηγήσουμε τα σημερινά οικονομικά προβλήματα και το πώς φτάσαμε ως εδώ.
Όταν ανέλαβε την Κυβέρνηση ο Ανδρέας Παπανδρέου και το «ΠΑΣΟΚ» το 1981 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης ήταν 0,6%, ο μέσος ρυθμός πληθωρισμού 19,8%, η ανεργία 6,8%, το μέσο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης 0,8% , το δημόσιο χρέος 39,2%, ΑΕΠ κατά κεφαλή 81,8%, έμμεσοι φόροι 11,5% και φορολογικά έσοδα 16,4%. Την ίδια χρονική περίοδο η εικόνα της ελληνικής κοινωνίας ήταν εικόνα απελπισίας και ελπίδας. Τα προβλήματα ήταν μεγάλα, το φωτοστέφανο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της «Νέας Δημοκρατίας» είχαν αφανιστεί και ο λαός είχε εναποθέσει τις ελπίδες του για καλύτερες μέρες και για «αλλαγή»στον Ανδρέα Παπανδρέου. Και πράγματι ο Ανδρέας υπήρξε ο νικητής των εκλογών με ένα 48% και με ένα «συμβόλαιο» που υπέγραψε για να ανακουφίσει τους μη προνομιούχους και να φέρει στην εξουσία το υπόλοιπο μισό του λαού που ήταν στο περιθώριο μετά τον πόλεμο και τα αιματηρά γεγονότα του 1946-49. Η επικράτηση του «ΠΑΣΟΚ» δεν ήταν μόνον μια νίκη ενός κόμματος. Η νίκη του «ΠΑΣΟΚ» ήταν ένα κοινωνικό φαινόμενο. Και, μάλιστα, όταν υπόσχονταν τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου τότε, γνώστης της οικονομικής κατάστασης, ως οικονομολόγος αλλά και ως πολιτικός, που είχε μέντορά του τον Francois Mitterrand, επιδίωξε αρχικώς να ακολουθήσει την πολιτική του Γάλλου προέδρου. Γι’αυτό στις προγραμματικές του δηλώσεις, που ανέγνωσε στη Βουλή τον Νοέμβριο, υποσχέθηκε να εφαρμόσει τρία βασικά μέτρα: την αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή (ΑΤΑ) μισθών και ημερομισθίων ανά τετράμηνο, ίση με τον πληθωρισμό, την ετήσια τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας με αύξηση του κατώτατου αφορολόγητου ορίου και την σταδιακή αναπροσαρμογή των κατώτατων ορίων συντάξεων. Την πολιτική αυτή άλλωστε του είχαν προτείνει οι βασικοί συνεργάτες του, Απόστολος Λάζαρης, Γεράσιμος Αρσένης, Δημήτρης Κουλουριάνος και Μανώλης Δρεττάκης.
Η συγκρατημένη αυτή οικονομική πολιτική καθησύχασε το τότε οικονομικό και κοινωνικό κατεστημένο διότι οι υπερβολές του προεκλογικού αγώνα παρουσίαζαν τον Ανδρέα ως τον Aliente ο οποίος δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί στην εξουσία για πολύ. Έπεσαν όμως έξω. Λίγο πριν από την Πρωτοχρονιά του 1981, ο τότε υπουργός εργασίας Απόστολος Κακλαμάνης, ανακοίνωσε από την τηλεόραση αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων μέχρι 60% και διπλασιασμό των κατώτατων συντάξεων του ΙΚΑ, του δημοσίου, του ΟΓΑ, του ΤΕΒΕ κλπ. και έγινε σεισμός!!! Αιφνιδιαστικώς και χωρίς να το περιμένει κανείς από το κατεστημένο περνούσαμε σε μια βίαιη ανακατανομή του εισοδήματος υπέρ των μη προνομιούχων της χώρας. Για πρώτη φορά μετά τα κοινωνικά μέτρα της δικτατορίας τα φτωχά στρώματα της κοινωνίας είδαν καλύτερες μέρες και ένοιωθαν πλέον ευχαριστημένα αφού ταυτοχρόνως είχαν μπει και σε όλα τα πόστα της πολιτικής – κοινωνικής ζωής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αγνόησε τις περιορισμένες και ανεκτές αντοχές της οικονομίας, αγνόησε την ιδιότητα του οικονομολόγου και τους επιτελείς του και ικανοποίησε τα αιτήματα του λαού. Γιατί ταυτοχρόνως καθιέρωσε την πενθήμερη εργασία, την εργάσιμη εβδομάδα των 40 ωρών, την ετήσια άδεια των τεσσάρων εβδομάδων, την αύξηση των οικογενειακών επιδομάτων κατά 100% τις φορολογικές ελαφρύνσεις για τους μισθωτούς και την απαγόρευση των ομαδικών απολύσεων. Καθώς τελείωνε η πρώτη κυβερνητική τετραετία του «ΠΑΣΟΚ» και ενώ ο λαός απολάμβανε τις παροχές ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Δημήτρης Χαλκιάς και της «Εθνικής» Στέλιος Παναγόπουλος βρίσκονταν στα όρια της απόγνωσης. Και αυτοί και εμείς που κάναμε οικονομικό ρεπορτάζ προβλέπαμε την επικείμενη χρεοκοπία αφού το έλλειμμα του προϋπολογισμού άγγιζε το 18% του ΑΕΠ, του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 8% και ο πληθωρισμός το 20%. Θυμάμαι σαν τώρα, όταν κάποιο βράδυ, το Μάρτιο του 1985, όταν ο καλός συνάδελφος Μιχάλης Μαντάς, που κάλυπτε τότε για την «Ημερησία» το οικονομικό ρεπορτάζ, μπήκε έντρομος στα γραφεία και μας είπε: «Παιδιά, πάμε για φούντο. Χρεοκοπήσαμε». Πράγματι, ο διευθυντής συναλλάγματος της Τράπεζας της Ελλάδας ενημέρωσε τον κ. Χαλκιά, ότι το συναλλαγματικό απόθεμα της χώρας έπεσε στα 263 εκατομμύρια δολάρια, δηλαδή, ποσό που μόλις κάλυπτε τις εισαγωγές για είκοσι μέρες.
Όταν ο Ανδρέας ενημερώθηκε για την κατάσταση αυτή υιοθέτησε την πρόταση του κ. Χαλκιά να δείξει ψυχραιμία και αξιοποιώντας τα credit lines της τράπεζας να συνάψει εξωτερικό δάνειο για τις άμεσες ανάγκες με μόνη όμως προϋπόθεση να αλλάξει πολιτική. Πράγματι, και έτσι έγινε αφού απέπεμψε τον Αρσένη από το υπουργείο, προκήρυξε εκλογές με νέο σύνθημα για «ακόμη καλύτερες μέρες». Ο Σημίτης που τον διαδέχθηκε εφάρμοσε ένα σκληρό σταθεροποιητικό πρόγραμμα, που του το υπέδειξε ο Ανδρέας σε συνεργασία μες την Τράπεζα της Ελλάδας και με δεύτερη υποτίμηση της δραχμής διέσωσε τελικά την οικονομία από την χρεοκοπία.
Έκτοτε η χώρα κινήθηκε και πάλι στον ίδιο ρυθμό της σπατάλης, των παροχών και της εξυπηρέτησης των συνδικαλιστών, της αδιαφάνειας και των σκανδάλων με αποτέλεσμα η Κυβέρνηση Σημίτη να παραδώσει την εξουσία στον Καραμανλή με μέσο ρυθμό ανάπτυξης 4,5%, μέσο ρυθμό πληθωρισμού 3,4%, ανεργία 10,5%, μέσο έλλειμμα -4,6%, δημόσιο χρέος 100,9%, ΑΕΠ κατά κεφαλή 81,1%, έμμεσους φόρους 12,5% και φορολογικά έσοδα 21,5%.
Η Κυβέρνηση Καραμανλή, που ακολούθησε, συνέχισε τις σπατάλες και την αδιαφάνεια, δεν πήρε τα μέτρα που έπρεπε να πάρει εγκαίρως και σήμερα ο Γιώργος Παπανδρέου τρέχει και δεν φτάνει. Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα.
Τρίτη 13 Απριλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου